Η προσφορά της Ορθοδόξου Εκκλησίας στους εθνικούς αγώνες
- Details
Ορθοδοξία είναι η γνήσια προέκταση της Εκκλησίας του Χριστού. Η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Ο πνευματικός χώρος, όπου διδάσκεται ορθά το περιεχόμενο της θείας εξ αποκαλύψεως αλήθειας, βιώνεται το διαρκές παρόν της σωτηρίας και συντελείται η μεταμόρφωση του ανθρώπου και του κόσμου.
Περιεχόμενο της Ορθοδοξίας είναι ο παρατεινόμενος στους αιώνες Χριστός, όπως τον κήρυξαν οι Απόστολοι, όπως τον δίδαξαν οι Πατέρες, όπως τον δογμάτισαν οι Οικουμενικές Συνοδοί.
Αν και ο χαρακτήρας της Ορθοδοξίας είναι οικουμενικός και οικουμενική η αποστολή της, κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ιδιάζουσα σχέση της με τον ελληνισμό και τα ελληνικά χαρακτηριστικά της. Η Ορθοδοξία συνδέθηκε με το ελληνικό Έθνος με ένα σύνδεσμο αγάπης αιματηρής, θυσίας και θριάμβου. Η Ορθοδοξία μπορεί να μην είναι υπόθεση μόνο της Ελλάδος. Όμως η Ελλάδα είναι υπόθεση της Ορθοδοξίας και δεν γνωρίζουμε τί μορφή θα είχε η Ορθόδοξη Έκκλησία χωρίς την Ορθόδοξη Έκκληοία χωρίς την ελληνική κληρονομιά. Πάντως γνωρίζουμε ότι χωρις την Ορθόδοξη Εκκλησία Ελλάδα δεν θα υπήρχε σήμερα. Ο εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος γράφει: «Το ελληνικόν Έθνος δεν διεσώθη, τουλάχιστον δεν διέσωσε την ιστορικήν του αξίαν, ειμή δια της μετά του χριστιανισμού συμμαχίας». Και ο σοφός ιστορικός Σπυρίδων Ζαμπέλιος σε απόλυτη συμφωνία με τον εθνικό μας ιστορικό, παρατηρεί: «Το όνομα της Έλλάδος άνευ του χριστιανισμού δεν ηθελεν ίσως υπάρχει σήμερον ή εντός βιβλιοθηκών και εις σοφών τινών αναμνήσεις».
Η Ορθοδοξία συνέβαλε στην κάθαρση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και τον βοήθησε να κάνει υπέρβαση της κρίσεως, την οποία διερχόταν. Διατήρησε την ιστορική του μνήμη και αξιοποίησε τα θετικά του στοιχεία. Η ύπαρξη αρχαίας ελληνικής φιλολογίας και κλασικών σπουδών οφείλεται στους Πατέρες της Έκκλησίας και τα αντιγραφικα εργαστήρια, που πρόβαλαν τα έργα των αρχαίων συγγραφέων.
Κατά τη βυζαντινή περίοδο η Ορθοδοξία ύπηρξε η συνεκτικός δεσμός, που σφυρηλάτησε τη συνένωση των πολιτών του βυζαντινού κράτους σε μια κοινή εκπολιτιστική προσπάθεια. Η πολιτική ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί χωρίς την Ορθοδοξία αλλά ούτε και η Ορθοδοξία χωρίς την αυτοκρατορία. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τον πολιτισμό των βυζαντινών, που είναι ακατανόητος χωρίς την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Όμως εκεί όπου η παρουσία της Ορθοδοξίας υπήρξε εντονότερη ήταν η περίοδος μετά την πτώση της βασιλεύουσας και τη διάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Τότε η Ορθοδοξία είδε ως ιστορικό χρέος της τη διατήρηση του ελληνισμού. Και ανταποκρίθηκε στο χρέος αυτό με απόλυτη συνέπεια τετρακόσια ολόκληρα χρόνια. Είναι πραγματικά ανυπολόγιστες οι υπηρεσίες που πρόσφερε η Ορθοδοξία στο ελληνικό Γένος σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Παιδεία, κοινωνική πρόνοια, διασφάλιση των πνευματικών θησαυρών της ανθρωπότητας, καλλιέργεια του ηρωϊκού φρονήματος υπήρξαν οι κυριότεροι τομείς δράσεως της Εκκλησίας κατά τη διάρκεια της μακράς αυτής περιόδου. Η Ορθοδοξία δεν αρκέσθηκε σε μια αφηρημένη παρηγοριά, αλλά έγινε μια άλλη κιβωτός μέσα στην οποία διασώθηκε η ελληνική γλώσσα και η εθνική συνείδηση.
Τρεις είναι οι σπουδαιότεροι στόχοι της Ορθοδοξίας αυτή την περίοδο. Η διατήρηση της ελληνικής παιδείας, η καλλιέργεια του ηρωϊκού πνεύματος με τις θυσίες του κλήρου και η αναστολή του εξισλαμισμού, που ήταν ταυτόχρονα και αναχαίτιση του εκτουρκισμού.
Η διατήρηση της ελληνικής παιδείας απετέλεσε πρωταρχικό μέλημα της Εκκλησίας την ταραγμένη αυτή περίοδο, αφού μετά την Άλωση μοναδικός πνευματικός φορέας στον τουρκοκρατούμενο ελληνισμό έμεινε η Εκκλησία. Η παιδεία ήταν κατά το πλείστον έργο των κληρικών. Στους καταλόγους των ελληνικών σχολείων και Ελλήνων Λογίων, που συνέταξαν ο Ματθαίος Παρανίκας και ο Κωνσταντίνος Σάθας, τα 2/3 και πλέον των δασκάλων ήταν ιερωμένοι. Μόνον ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός ίδρυσε περισσότερα από 200 σχολεία, σημερινά δημοτικά, και 30 ελληνικά, πραγματικός άθλος για την εποχή εκείνη. Δικαιολογημένα, ο Αδαμάντιος Κοραής έλεγε: «Πρώτος η κλήρος άρχεται της αναμορφώσεως του Έθνους δια της παιδείας». Για να συνεχίσει και ο Ιωάννης Καπποδίστριας, ο οποίος, γράφοντας στον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, έλεγε: «Αν τα σχολεία ευδοκιμούσι πολλαχού της Ελλάδος, τούτο συμβαίνει, γιατί βρίσκονται υπό την αιγίδα της Εκκλησίας, γι αυτό η Πύλη σέβεται αυτά».
Η Ορθοδοξία στα χρόνια της Τουρκοκρατίας έχει να παρουσιάσει από όλα τα κλιμάκιά της μάρτυρες και αγωνιστές. Οι Τούρκοι είχαν αντιληφθεί καλύτερα από μερικούς σύγχρονους Έλληνες τη θέση και τη σημασία της Εκκλησίας στην εθνική μας υπόθεση. Γι αυτό θανάτωσαν 11 Πατριάρχες καί 100 Επισκόπους από το Διονύσιο το φιλόσοφο μέχρι το Χρυσόστομο Σμύρνης. Σε 6.000 ανεβάζει ο Πουκεβίλ τους θανατωθέντες λειτουργούς της Εκκλησίας στο χρονικό διάστημα του αγώνα. Στο σημείο αυτό αξίζει να μνημονευθούν οι μοναχοί του Αγίου Όρους και οι 200 μοναχοί της Νέας Μονής Χίου, οι οποίοι θανατώθηκαν κατά την καταστροφή του νησιού.
Τεράστια υπήρξε η συμβολή της Εκκλησίας και στην αναχαίτιση του εξισλαμισμού, που αποτελούσε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας διαρκή αφαίμαξη του ελληνισμού και σοβαρή απειλή εξαφανίσεως του. Σ’ αυτό το κύμα του θρησκευτικού και εθνικού αποχρωματισμού υψώθηκε ως ανασχετική δύναμη η θυσία των νεομαρτύρων. Χάρη στη θυσία τους η σκλαβωμένη πατρίδα δεν υπέκυψε ολοκληρωτικά στον εξισλαμισμό και απέφυγε τον αφελληνισμό, διατηρήθηκε η εθνική συνείδηση στο δούλο Γένος και οι αγωνιστές της εθνικής ελευθερίας εμψυχώθηκαν από την ανεπανάληπτη θυσία τους.
Αλλά και κατά τη διάρκεια του μακεδονικού αγώνα η προσφορά της Ορθοδοξίας υπήρξε πολύ μεγάλη. Την στιγμή κατά την οποία το ελληνικό κράτος παρακολουθούσε με αδράνεια τα συμβαίνοντα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Μητέρα Εκκλησία, στάθηκε η πρωταρχική και κύρια δύναμη για τη σωτηρία της μαρτυρικής αυτής περιοχής. Με διπλωματικές παρεμβάσεις στην Υψηλή Πύλη, έντονες διαμαρτυρίες στις Μεγάλες Δυνάμεις, ενίσχυση και συντονισμό της εκκλησιαστικής διοικήσεως στις εμπερίστατες επαρχίες του οικουμενικού θρόνου, αγωνιζόταν να προστατεύσει την ελληνικότητα της Μακεδονίας.
Ειδικότερα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ’ ο μεγαλοπρεπής με το υψηλό αίσθημα εθνικής ευθύνης που τον διέκρινε, απεφάσισε να στείλει στη Μακεδονία νέους στην ηλικία Μητροπολίτες, με μεγάλη μόρφωση, θάρρος και γενναιότητα, για να σταθούν με αυταπάρνηση στο χειμαζόμενο ποίμνιο. Αντιπροσωπευτικά αναφέρουμε τους Μητροπολίτες: Κορυτσάς Φώτιο Σαλπίδη, Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη, Πελαγονείας Ιωακείμ Φορόπουλο, Γρεβενών Αιμιλιανό Λαζαρίδη κ.α. Οι ηρωικοί αυτοί Ιεράρχες με τους αγώνες και τη μαρτυρική θυσία της ζωής τους έγιναν σύμβολα αντιστάσεως του λαού, στέργιωσαν την πίστη του μακεδονικού Ελληνισμού και έδωσαν ελπίδες εθνικής ανάστασης. Η θυσία τους παραδειγμάτισε το λαό, τόνωσε το φρόνημά του και γιγάντωσε την εθνική του συνείδηση.
Όπως σε όλους τους εθνικούς αγώνες, έτσι και κατά τη μικρασιατική καταστροφή η Εκκλησία έκανε το χρέος της. Οι λειτουργοί της έδωσαν το δικό τους «παρών» σε όλη τη διάρκεια της εθνικής αυτής περιπέτειας. Ο από Δράμας Σμύρνης Χρυσόστομος, ενώ είχε τη δυνατότητα να φύγει, έμεινε κοντά στο ποίμνιό του, μέχρις ότου ο μαινόμενος όχλος, ύστερα από μια εικονική δίκη, κυριολεκτικά τον κατεσπάραξε. Τον Μοσχονησίων Αμβρόσιο τον πετάλωσαν και μετά τον κατακρεούργησαν. Τον Κυδωνιών Γρηγόριο τον έθαψαν ζωντανό, ενώ δεκάδες κληρικών του εκτελέστηκαν. Ο Αμασείας Ευθύμιος ξεψύχησε στις φυλακές, ύστερα από ανήκουστα βασανιστήρια σαράντα ημερών, ενώ τον πρωτοσύγκελλό του αρχιμανδρίτη Πλάτωνα Αϊβατζίδη τον απαγχόνισαν.Ο Μητροπολίτης Ικονίου Προκόπιος πέθανε από τα βασανιστήρια στις φυλακές, ενώ εκατοντάδες κληρικοί είχαν ανάλογο φρικτό τέλος. Όλοι αυτοί και άλλοι άγνωστοι εθνομάρτυρες συνεχίζουν την μακραίωνη εκκλησιαστική παράδοση και πιστοποιούν την εθναρχική αποστολή της Εκκλησίας.
Κατά την περίοδο του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940 η Εκκλησία πρωτοστάτησε ποικιλότροπα. Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος ευλόγησε από την πρώτη στιγμή τα όπλα των αγωνιστών και κατέφυγε στις χριστιανικές Εκκλησίες όλου του κόσμου, για να καταγγείλει τη φασιστική εισβολή. Σε όλες τις Ιερες Μητροπόλεις ψέλνονταν διαρκώς παρακλήσεις για την αίσια έκβαση του αγώνα και εμψυχωνόταν ο λαός με κατάλληλες ομιλίες από τους Ιεράρχες και τους λοιπούς κληρικούς.
Η βοήθεια της Εκκλησίας στον αγώνα του ’40 δεν ήταν απλώς ηθική, αλλά και γενναιόδωρα οικονομική. Μόνο το Ιερό ίδρυμα της Ευαγγελίστριας της Τήνου διέθεσε για τον αγώνα του ’40, 5.000.000δρχ. και όλα τα αφιερώματα και κοσμήματα. Στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών συστήθηκε πρόνοια στρατευομένων με 173 παραρτήματα σε ολόκληρη την πρωτεύουσα και τον Πειραιά. Με το Β.Δ. της 12ης Ιουνίου 1940 επιστρατεύθηκαν πλείστοι κληρικοί ως στρατιωτικοί Ιερείς, οι οποίοι με τα φλογερά τους κηρύγματα, τις κατανυκτικές ακολουθίες και τη γενικότερη εμψυχωτική τους προσπάθεια, τόνωναν το φρόνημα των στρατιωτών και τους προετοίμαζαν ψυχολογικα για τις δύσκολες επιχειρήσεις. Δεν ήταν λίγοι οι στρατιωτικοι Ιερείς, που πρόσφεραν ακόμη και το αίμα τους για τον αγώνα. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα ονόματά των: Ιεροθέου Μαζιώτη, Χρυσοστόμου Τσόκωνος, Ιωακείμ Λούχια, Αναστασίου Κρητικού, Χαραλάμπους Παναγιωτοπούλου, Γρηγορίου Φωτίου, Ιωακείμ Μπεζεντού και Χρήστου Θεοχάρη. Όπως έγραφε χαρακτηριστικα ο αείμνηστος Μητροπολίτης Νικαίας Γεώργιος, «γέμιζε δάκρυα η αγία λαβίδα, όταν ο παπάς μετέδιδε τα Άγια των Αγίων στους φαντάρους». Είναι πολύ χαρακτηριστικό το βαρυσήμαντο μήνυμα της Ιεράς Συνόδου προς τον ελληνικό λαό, όπου μεταξύ άλλων έλεγε: «… Η Εκκλησία ευλογεί όπλα τα ιερά και πέποιθεν ότι τα τέκνα της πατρίδος ευπειθούν εις το κέλευσμα αυτής και του Θεού και θα σπεύσουν, εν μια ψυχή και καρδία, να αγωνισθούν υπέρ βωμών και εστιών και της ελευθερίας και τιμής και θα συνεχίσουν, ούτω, την απ’ αγώνων και θα προτιμήσουν τον ωραίον θάνατον από την άσχημον ζωήν της δουλείας…».
Η εθνική δράση των εκπροσώπων της Εκκλησίας συνεχίσθηκε αμείωτη και κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, όταν οι ανάγκες περιθάλψεως του χειμαζομένου λαού πληθύνθηκαν. Την πρόνοια στρατευομένων διαδέχθηκε ο Ε.Ο.Χ.Α., στον οποίο οφείλουν την επιβίωσή τους χιλιάδες Ελλήνων. Ο προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός έσωσε από βέβαιο θάνατο πλήθος πατριωτών. Μεγάλη πατριωτική δράση ανέπτυξαν και άλλοι ιεράρχες, όπως οι μετέπειτα Δημητριάδος Δαμασκηνός, Τρίκκης Διονύσιος, Κυθήρων Μελέτιος και άλλοι, οι οποίοι υπέστησαν φρικτά μαρτύρια στα χέρια των Γερμανών Ναζί ή των Ιταλών φασιστών.
Σήμερα, καθώς μπήκαμε στο νέο ευρωπαϊκό Status και αναγκαστικά θα οδηγηθούμε σε ένα πολιτιστικό και πνευματικό συγκρητισμό των λαών της Ευρώπης, η Ορθοδοξία έχει πολλά να προσφέρει όχι μόνον στη διατήρηση της φυσιογνωμίας του εθνικού και πνευματικού μας βίου, αλλά κυρίως ως ζύμη στις αναζητήσεις της Δύσεως. Η Ορθόδοξη Εκκλησία άλλως τε υπήρξε από την αρχή σημαντικός παράγων στη διαμόρφωση της πνευματικής ταυτότητας της Ευρώπης και του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Η Ορθοδοξία, που είναι το χριστιανικό μέτρο, δεν αποτελεί μια παρελθοντολογική έννοια, αλλά είναι η δυναμική μεταμόρφωση του εκάστοτε παρόντος. Έχοντας δικά της δοκιμασμένα κριτήρια ηθικής και βιοθεωρίας καλεί τον άνθρωπο της κάθε εποχής να την ακολουθήσει, για να του προσφέρει πληρότητα και ποιότητα ζωής, σωστό κοσμοθεωριακό προσανατολισμό και πραγματική λύτρωση από την ανεστιότητα του παρόντος, τον πόνο και τον θάνατο.
Η ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΡΑΣΤΩΝΗΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΜΑΣ
- Details

Ο σημερινός άνθρωπος έχει υποκύψει σε ένα όραμα ζωής που χαρακτηρίζεται ἀπό τή ζωή της ευκολίας και της άνεσης, ἀπό την απόλαυση της ύλης και της σάρκας. Ένα ευδαιμονισμό από πλευράς υλικής αλλά συγχρόνως μια νωθρότητα και χαύνωση από πλευράς πνευματικής.
Η ενεργητικότητα και η ζωτικότητά του εξαντλούνται στο επίπεδο το υλικό και σαρκικό. Στο επίπεδο όμως το πνευματικό βιώνει ένα βαθύ παθολογικό ύπνο. Το πρόβλημα αυτό της μη ενεργοποιήσεως του πνευματικού μέρους του διφυούς ανθρώπου αποτελεί μια παθολογία της εποχής μας.
Προ πάντων ο χριστιανός αν έχει απολέσει αυτή την δραστηριοποίηση περί τα πνευματικά, αλίμονο έχει εκκοσμικευθεί, έχει χάσει το μήνυμά του προς τον κόσμο που κείται εν τω πονηρώ.
Στην παθολογία της ραστώνης της εποχής μας ο απόστολος Παύλος έχει ένα λόγο δυναμικό που απευθύνει πρωτίστως σε εμάς τους χριστιανούς.
«ώρα ημάς ήδη εξ ύπνου εγερθήναι»
ΑΦΗΝΟΥΜΕ «ΤΗΝ ΑΓΑΠΗΝ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗΝ»
Μας ενθουσιάζει πολλές φορές, αδελφοί μου, ο ζήλος νεοφώτιστων αδελφών μας. Μας συγκινεί η ζωηρότητα και η ενεργητικότητα με την οποία προσπαθούν να ζήσουν όλο και πιο πολλές πνευματικές εμπειρίες. Όλος ο κόσμος τους είναι προσανατολισμένος στο όραμα της κοινωνίας με τον Κύριο, όλη η μέριμνα και η ασχολία τους γιά τήν πνευματική τους ολοκλήρωση. Για την επίτευξη αυτού του στόχου μάλιστα μπαίνουν σε πολλούς κόπους και θυσίες προσωπικές.
Τι είναι αυτό όμως που κάνει αυτό το ζήλο να υποχωρεί λίγο-λίγο και να εξανεμίζεται; Τι είναι αυτό που διώχνει τον ενθουσιασμό και την πνευματική αυτή ζωτικότητα; Τι είναι αυτό που κάνει το μεγάλο σκοπό της ζωής να ξεθωριάζει και τον χριστιανό να χάνει το ενδιαφέρον του για τα μείζονα θέματα της πνευματικής υπόστασής του;
Δείτε τι λέει ο προφητικός λόγος του Ιωάννη στην Αποκάλυψη προς τον άγγελο της Εκκλησίας της Εφέσου: «έχω τι κατά σου ότι την αγάπην την πρώτην αφήκας». Είμαι δυσαρεστημένος εναντίον σου διότι άφησες να ψυχρανθεί η αγάπη που είχες στα πρώτα σου χρόνια. Πόσο δυσάρεστη εμπειρία για τον χριστιανό είναι να έχει εγκαταλείψει, να έχει αφήσει αυτή την πρώτη αγάπη προς τον Χριστό με το πέρασμα του χρόνου! Χάνει την φρεσκάδα του, την ζωτικότητά του, την ενεργητικότητά του, για την εκπλήρωση των μεγάλων πνευματικών οραμάτων του. Έχει μια δυσκινησία, πολλές φορές ακινησία προς τα πνευματικά. Μοιάζει να έχει εισέλθει σε ένα λήθαργο πνευματικό και να μην αντιλαμβάνεται
τα μείζονα θέματα που αφορούν την ύπαρξή του.
ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΛΗΘΑΡΓΟΥ
Ποια είναι η αιτία που μας κάνει να χάνουμε την πρώτη αγάπη που είχαμε προς τον Κύριο; Η αιτία που έχει ψυγεί η πρώτη αγάπη είναι η πτώση και η παραμονή στην αμαρτωλή κατάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης. Η αποδοχή της αμαρτίας, η εξοικείωση με την αμαρτία παγώνουν τήν ψυχή. Η πικρή εμπειρία της αμαρτωλής ζωής και η επιμονή σε αυτήν οδηγεί νομοτελειακά σε αυτή την πνευματική νωθρότητα και χαύνωση τον άνθρωπο.
Δεν το καταλαβαίνουμε πως σιγά-σιγά εισέρχεται μέσα μας ο αμαρτωλός λογισμός. Πως με τη συγκατάθεση τη δική μας έρχεται και φωλιάζει στην ύπαρξή μας. Πως κάτι που πιο πριν μετά βδελυγμίας αποστρεφόμασταν ως αμαρτωλό ξαφνικά εξοικειωνόμαστε μαζί του χωρίς να μας ενοχλεί καθόλου. Έτσι λίγο-λίγο αρχίζει και μολύνεται η ύπαρξή μας από την αμαρτία. Βλέπουμε τον εαυτό μας να μην αγωνίζεται για να διώξει την αμαρτία, να μην παλεύει για να αποκτήσει την αρετή. Βλέπουμε να μη παίζει κεντρικό ρόλο στη ζωή μας ο Κύριος Ιησούς Χριστός και η σωτηρία που ξεπηγάζει από το σταυρικό πάθος του.
Εγκλωβίζεται λοιπόν, με την πτώση και παραμονή στην αμαρτία, ο άνθρωπος σε μια κατάσταση πνευματικής αδράνειας και ακινησίας. Πνευματικά βρίσκεται να κοιμάται και να είναι έτσι αδρανοποιημένος και αχρηστεμένος. Έξω να λάμπει το φως του Κυρίου και οι δωρεές του Αγίου Πνεύματος για να καταυγάσουν την ύπαρξη και εκείνος εγκλωβισμένος και ακινητοποιημένος στο σκοτάδι των παθών και των αμαρτωλών επιθυμιών του.
ΑΦΥΠΝΙΣΗ: ΑΠΟΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΤΟΥ ΣΚΟΤΟΥΣ«ώρα ημάς ήδη εξ ύπνου εγερθήναι»
Η προτροπή του Παύλου είναι να αποτινάξουμε τη νωθρότητα και τη νωχελικότητα στη οποία βρισκόμαστε όταν κοιμόμαστε πνευματικά. Να το πούμε με μια λέξη; Πρώτη κίνηση που πρέπει επειγόντως να κάνουμε είναι η αφύπνιση. Να ξυπνήσουμε από τον λήθαργο ή τον βαρύ ύπνο της αμαρτίας.
Δείτε την προτροπή προς τον άγγελο της Εφέσου του θεοφώτιστου ευαγγελιστή της αγάπης,τοῦ Ἰωάννου τοῦ θεολόγου: «μνημόνευε ουν πόθεν πέπτωκας και μετανόησον και τα πρώτα έργα ποίησον». Θυμίσου λοιπόν από ποιο ηθικό ύψος έπεσες και μετάνιωσε και κάμε πάλι τα έργα της πρώτης αγάπης. Αυτή η ενθύμηση, το που ήμασταν και που τώρα βρισκόμαστε, είναι συγκλονιστική. Η συναίσθηση με άλλα λόγια του μεγέθους της πτώσεώς μας και η θερμή μετάνοια για το κατάντημά μας είναι αυτό το ξύπνημα από τον βαρύ ύπνο της αμαρτίας.
Με μια εικόνα το παρουσιάζει ο Παύλος σαν το πέταγμα του νυκτερινού ενδύματος και το ντύσιμο του λαμπρού ενδύματος της ημέρας. Ο άνθρωπος που ξυπνάει, αφυπνίζεται στην πνευματική ζωή, το πρώτο πράγμα που κάνει είναι ότι αποθέτει τα έργα του σκότους. Εγκαταλείπει ότι κρυφό γίνεται απ’ αυτόν, κάθε αμαρτία δηλαδή που γίνεται στο σκοτάδι και ντρέπεται ο άνθρωπος να την φέρει στο φως. Αποθέτει λοιπόν τα έργα του σκότους, τα έργα της αμαρτίας και ντύνεται σαν άλλα όπλα με τα όπλα του φωτός, με τα φωτεινά έργα της αρετής.
ΕΓΡΗΓΟΡΣΗ: ΖΩΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Αν η αφύπνιση είναι το ξεκίνημα της νέας ζωής, η εγρήγορση είναι η συνεχής κατάσταση που χαρακτηρίζει ένα χριστιανό μέχρι το τέλος της ζωής του. Η προτροπή του Παύλου μετά την αφύπνιση είναι ακριβώς αυτό. Να βρισκόμαστε πλέον σε πνευματική εγρήγορση. Να περπατάμε και οι πράξεις μας να αντέχουν στο φως της ημέρας. Ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν. Με ευπρέπεια και ευταξία ας συμπεριφερθούμε πλέον όπως συμπεριφέρεται κανείς την ημέρα που τον παρακολουθούν τα βλέμματα των πολλών. Όχι μέσα στην ασχημοσύνη των αισχρών και ανήθικων πράξεων αλλά έχουμε πλέον χρέος ναντυθούμε τον Χριστό ώστε να μοιάσουμε σε όλη τη ζωή μας με αυτόν.
Όλη η Καινή Διαθήκη, αδελφοί μου, κατακλύζεται απ’ αυτή την προτροπή του Κυρίου. Την προτροπή της πνευματικής εγρήγορσης. Είναι η μόνη κατάσταση ψυχής του ανθρώπου που του δίνει περιθώρια
-να κατανικήσει τα πάθη του και
-να εξαλείψει τις αμαρτίες του.
Είναι το κλίμα μέσα στο οποίο μπορεί να καλλιεργήσει και να εργαστεί τις αρετές.
Είναι αυτό το ανύστακτο βλέμμα που μπορεί να δει καθαρά τον Μεσσία που έρχεται να θρονιαστεί στην ψυχή του πιστού, που έρχεται να εγκαθιδρύσει την βασιλεία του.
Θυμηθείτε την προτροπή του Κυρίου προς τους μαθητές λίγο προ του πάθους στον κήπο της Γεθσημανή. «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν, το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σάρξ ασθενής».
ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΑ ΕΛΚΥΟΥΝ ΤΗ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Αδελφοί μου, δεν μπορούμε να μείνουμε σε αυτή την πνευματική νωθρότητα και αποχαύνωση που βιώνουν οι πιο πολλοί άνθρωποι στην εποχή μας. Πρέπει πάση θυσία να αφυπνίσουμε τις συνειδήσεις μας. Να ξυπνήσουν από τον λήθαργο και να επιτελέσουν το σωτηριώδες έργο τους στις καρδιές μας.Μη κοιμίζουμε την συνείδηση, να την αφυπνίζουμε, για να μπορεί να διαμαρτύρεται για όλες τις παρεκτροπές μας που μας αποπροσανατολίζουν από την πνευματική ολοκλήρωσή μας. Να διαμαρτύρεται εκείνη και εμείς να συντριβόμαστε για το κατάντημά μας και να προσευχόμαστε στον Κύριο.
Μέσα σ’ αυτή την πνευματική εγρήγορση πρέπει να αποφασίσουμε να ζήσουμε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μας. Την εγρήγορση αυτή που δίνει τη δυνατότητα στον Κύριο να έλθει μέσα στην ύπαρξή μας, να κατανικήσει με την Χάρη του τους εχθρούς μας, και να μας γεμίσει με τα πλούσια δώρα της Χάριτός του.
Ο πραγματικός χριστιανός οφείλει να εξέλθει από την ραστώνη και την νωθρότητα της εποχής μας για να εκπληρώσει τον στόχο της πνευματικής τελειώσεώςτου.
ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑ- Η Υπόθεση του Τριωδίου
- Details
Οι μέρες οι οποίες αφήσαμε πίσω μας,πέρασαν για να μας προετοιμάσουν γι αυτήν την είσοδο και ιδίως οι Κυριακές με τις περίφημες και φοβερά παραστατικές παραβολές του Τελώνη και Φαρισαίου, του Ασώτου, της Κρίσης δεν ήταν παρά μόνον μία πρόγευση και ορθότερα μια έμφανση, οδοδείκτες φωτεινοί πού δείχνουν προς αυτήν ακριβώς την Κυριακή, την Κυριακή της ευσπλαχνίας, της αγάπης, της συγχώρησης, της μεγάλης εισόδου στο μυστήριο της μετανοίας.
Oυσιαστικά οι τέσσερις αυτές Κυριακές προετοιμασίας μας πριν την Σαρακοστή, έχουν το ένα και το αυτό νόημα: τη σταδιακή μας μύηση στην ε υ σ π λ α χ ν ί α.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη γνησιότητας ορθοδοξίας από την ευσπλαχνία. Ο Κύριος είπε: Να είστε σπλαχνικοί, γιατί ο Ουράνιος Πατέρας σας είναι σπλαχνικός. Η ευσπλαχνία είναι η αληθινή νηστεία, είναι το νόημα και το κέντρο της τεσσαρακοστής. Χωρίς σπλάχνα αγάπης χανόμαστε στο αχανές της νηστείας πέλαγος.
Άσπλαχνος ο Φαρισαίος μπροστά στον τελώνη και τους άλλους, εγωκεντρικός, αυτοαναφερόμενος, προδικάζει την τύχη όλων των αμαρτωλών.
Πρωταγωνιστές λοιπόν αυτής της περιόδου που πέρασε ήταν οι άσπλαχνοι, ως αρνητικά παραδείγματα προς αποφυγή, αλλά ίσως και ως σημεία αναγνώρισης του εαυτού μας!
Το Τριώδιο μας φέρνει προ τρομακτικών ευθυνών, μας αποκαλύπτει και μας ξεγυμνώνει για την πιθανή ασπλαχνία μας, την αποξένωση μας από το πραγματικό νόημα της αγάπης πού είναι η συγχώρηση: να χωράμε ο ένας τον άλλο και όλοι μαζί τους πάντες στην μεγάλη οικογένεια, η οποία λέγεται εκκλησία του κόσμου.
Σαρακοστή: η άλλη διάσταση ζωής
- Details
Μέσα στα τρεχάματα της ζωής μας, στο θόρυβο που μας περιβάλλει αποπνικτικά, στα πολλά και ανούσια λόγια μας στα τηλέφωνα και στις συναντήσεις μας, στο άγχος και στην αβεβαιότητα για το σήμερα και το αύριο του κόσμου, έρχεται η Εκκλησία να μας προσφέρει τη χρονική περίοδο της Μεγάλη Σαρακοστής.
Ποιό νόημα θα μπορούσε να έχει, για όλους εμάς που ζούμε το σύγχρονο τρόπο ζωής με τα πιο πάνω χαρακτηριστικά, η χρονική περίοδος που αρχίζει την Καθαρά Δευτέρα και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο;
Γιατί, αλήθεια, αν δεν μπορεί να μας προσφέρει η Εκκλησία ένα νόημα ζωής, χειροπιαστό και ουσιαστικό, πέρα από τα «πρέπει» και τις απαγορεύσεις, κι αν δεν είναι η περίοδος της Μεγάλης Σαρακοστής μια άλλη διάσταση στο τρέξιμό μας, τότε περιττεύει οποιαδήποτε ενασχόληση.
Η Εκκλησία ως τρόπος ζωής είναι αυτό που ο κάθε άνθρωπος στο βάθος της καρδιάς του ποθεί: ειρήνη, ανάπαυση, πληρότητα, εμπειρία ζωής αιωνίου. Ωστόσο, η αδυναμία να το πετύχουμε είναι δεδομένη, γιατί υπάρχουν μαζί με τον πόθο και τα πάθη, που ως ασθένειες της ψυχής συγχύζουν, αναστατώνουν και μας παρασύρουν στο χάος.
Η περίοδος της Μεγάλη Σαρακοστής, που κάθε χρόνο καλούμαστε ως χριστιανοί να ζήσουμε, γίνεται η δυνατότητα να γευτούμε έναν άλλον τρόπο ζωής από αυτόν που ζούμε ολόχρονα, και να αρχίζουμε να πεθυμούμε τον κόσμο της Βασιλείας του Θεού, ως χαρά και ανάσταση.
Με τη νηστεία γνωρίζουμε εμπειρικά πως η δύναμη του σώματος δεν εξαρτάται απόλυτα από το φαγητό, και πως η χάρις του Θεού μάς είναι πιο αναγκαία από τα υλικά. Γι΄ αυτό απαραίτητα η νηστεία συνοδεύεται από προσευχή. Τα καθημερινά «Απόδειπνα» στο ναό, οι Προηγιασμένες Λειτουργίες, οι Χαιρετισμοί και οι μακρές Κυριακάτικες Λειτουργίες, μαζί με το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» στη διάρκεια της ημέρας προσωπικά, καθιστούν τη νηστεία μέσο ελευθερίας κι απεξάρτησης από την ύλη και τη διαφοροποιούν από τη δίαιτα.
Γίνεται κατανοητό ότι μια τέτοια προσπάθεια χρειάζεται συσσώρευση δυνάμεων. Γι΄ αυτό καλούμαστε την περίοδο της νηστείας να «σιωπήσουμε», δηλαδή να λιγοστέψουμε τις αργολογίες και πολυλογίες, που διαχέουν τις δυνάμεις της ψυχής μας και κουράζουν το νουν.
Ο Θεός δεν μας καλεί να εγκαταλείψουμε την οικογένεια και την εργασία μας για να Τον συναντήσουμε. Αφού ζούμε μέσα στον κόσμο, καλούμαστε να ζούμε εξωτερικά όπως όλος ο κόσμος. Μας καλεί όμως να Τον βρούμε μέσα στο χώρο της καρδιάς μας, λέγοντάς μας πως «η Βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν».
Η κάθοδος στον Άδη του εαυτού μας συνοδεύεται από αυτογνωσία, χωρίς την οποία ζούμε την ψευδαίσθηση της αυτοδικαίωσης. Η αυτογνωσία μάς οδηγεί στην ταπείνωση και στη συντριβή της καρδίας, που αναπόφευκτα μας φέρνει στην εκζήτηση του θείου ελέους με την καρδιακή προσευχή. Η αληθινή προσευχή μας οδηγεί στην αληθινή επιθυμία για αλλαγή ζωής, δηλαδή τη μετάνοια, που ενισχύεται και εκκλησιοποιείται με το μυστήριο της εξομολόγησης, που μας επαναφέρει, όπως τον άσωτο υιό, στο Πατρικό τραπέζι – τη Θεία Ευχαριστία.
Ήδη όλη αυτή η εσωτερική πορεία από την αμαρτία στη μετάνοια, από το σκοτάδι του εαυτού μας στο φως του Χριστού, μας φέρνει στο Πάσχα, που σημαίνει πέρασμα – διάβαση. Κι έτσι το Πάσχα δεν είναι μια γιορτή που διακόπτει τη ρουτίνα της ζωής, αλλά το πέρασμά μας σε νέα ζωή. Το Πάσχα του Κυρίου γίνεται δικό μας Πάσχα, η Ανάστασή Του ανάστασή μας.
Μακάρι τη χαρά της σταυροαναστάσιμης αυτής πορείας να γευτούμε όντως στη φετινή Μεγάλη Σαρακοστή και το Πάσχα.